RSS

Ο Ζυμωτός

Κάποτε σε μια μακρινή χώρα ζούσε ένας καλός Δήμαρχος που όλοι τον αγαπούσαν και τον σέβονταν. Ήταν τόσο δίκαιος, και δεν είχα άλλο στο νου του από το καλό των ανθρώπων της πόλης του.
Μια μέρα έβγαλε μια διαταγή που έλεγε!
« Όποιος από τους δημότες βρει μέχρι την Κυριακή μια εφεύρεση  που να κάνει καλύτερη τη ζωή των ανθρώπων , εγώ ο Δήμαρχος θα του δώσω ένα μεγάλο βραβείο».
Όλοι μπήκαν τότε σε σκέψεις, και όταν έφτασε το απόγευμα της Κυριακής πολύς κόσμος μαζεύτηκε έξω από το Δημαρχείο και περίμενε.

Bγήκε τότε ο καλός άνθρωπος στο παράθυρο, και ρώτησε τον κόσμο, ποιος απ’ όλους είχε βρει καινούργια εφεύρεση, και τι ήταν.
  • Δήμαρχε, φώναξε τότε ένας νέος. Εγώ σκέφθηκα τα κινητά πεζοδρόμια.
  • Ζήτω φώναξε ο κόσμος! Ζήτω!
  • Και τι είναι αυτά τα κινητά πεζοδρόμια;
  • Εξήγησέ μας, είπε ο Δήμαρχος.
  • Να φτιάξουμε πεζοδρόμια που να κινούνται. Ν’ ανεβαίνουν επάνω οι άνθρωποι και τα πεζοδρόμια να τους πηγαίνουν από τη μία άκρη του δρόμου στην άλλη. Έτσι ο καθένας θα πηγαίνει στη δουλειά του χωρίς να κουράζεται.
  • Συγχαρητήρια, είπε ο Δήμαρχος. Σου αξίζει το μεγάλο βραβείο. Άλλος κανένας μήπως σκέφτηκε τίποτα;
  • Εγώ, είπε ένας άλλος εφευρέτης. Σκέφτηκα να βάλουμε πολλές βρύσες στα σπίτια μας. Από τη μία να τρέχει λάδι, από την άλλη ζάχαρη, από την άλλη μέλι, από την τέταρτη γάλα. Έτσι δεν θα πρέπει να τρέχουμε στον μπακάλη για ότι έχουμε ανάγκη.
  • Ζήτω! Ζήτω! Ζήτω! Φώναξε πάλι το πλήθος.
  • Κι εγώ, πετάχτηκε ένας τρίτος εφευρέτης, σκέφτηκα τα λαστιχένια αυτοκίνητα. Έτσι θα μπορούν να τρέχουν όσο θέλουν χωρίς  να φοβούνται το τρακάρισμα. Γιατί όταν τρακάρουν θα πετιούνται ψηλά σαν τα τοπία ύστερα θα κάνουν γκελ και θα συνεχίζουν το τρέξιμο χωρίς να πάθουν τίποτα.
Ο ενθουσιασμός του κόσμου τώρα ήταν απερίγραπτος. Ο δήμαρχος αφού παίνεσε με τα καλύτερα λόγια τους τρεις εφευρέτες είπε ότι θα δυσκολευόταν να διαλέξει την πιο χρήσιμη εφεύρεση, γι’ αυτό παρακάλεσε να τον αφήσουν να σκεφτεί. Το άλλο Σάββατο όμως θα έδινε οπωσδήποτε το βραβείο. Κι όποιος άλλος σκεφτόταν καινούργια εφεύρεση θα έμπαινε κι αυτός στο διαγωνισμό. Αυτός που θα έκανε την πιο χρήσιμη σκέψη της εβδομάδας θα ήταν ο νικητής και θα έπαιρνε το μεγάλο βραβείο.

Τότε όλος ο κόσμος πήγε σπίτι του αποφασισμένος να βάλει τα δυνατά του να βρει πιο χρήσιμη εφεύρεση. Κι επειδή δεν μπορούσαν και να εργάζονται και να σκέφτονται έκλεισαν όλοι τα μαγαζιά τους και σταμάτησαν τις δουλειές για ολόκληρη τη βδομάδα.
Ο φούρναρης Κουλουρής σκέφτηκε: θα βρω την πιο σπουδαία εφεύρεση Πρέπει όμως να κλείσω τον φούρνο και να μείνω στο σπίτι. Έτσι θα έχω όλο τον καιρό να σκεφτώ για τις ιπτάμενες φρατζόλες που θα τους κολλάμε επάνω ένα χαρτάκι με τη διεύθυνση του πελάτη και εκείνες πετώντας θα πηγαίνουν να τον βρουν μόνες τους.
Το ίδιο σκέφτηκε κι ο άλλος φούρναρης της πολιτείας ο Φρα τζο λομ. Δουλειά και σκέψη δεν γίνεται. Δεν θα ζυμώσω όλη την εβδομάδα. Έκλεισε λοιπόν τον φούρνο του αδιαφορώντας για την γειτονιά που δεν θα είχε ψωμάκι να φάει. Μα και οι άλλοι φούρνοι έμειναν κλειστοί. Όλοι ήθελαν να γίνουν εφευρέτες και να πάρουν βραβείο.
Ο καημένος ο Ζυμωτός, που είχε ένα μικρό φούρνο στην άκρη της πόλης, όταν έμαθε ότι όλοι οι φούρνοι ήταν κλειστοί σκέφτηκε! « Τι θα γίνει τόσος κόσμος χωρίς ψωμί μια ολόκληρη βδομάδα. Καλά θα ήταν να μη δουλέψω κι εγώ. Κάτι μπορεί κι εγώ να σκεφτόμουν. Αλλά δεν βαριέσαι! Ας σκεφτούν οι άλλοι οι πιο έξυπνοι κι εγώ ας ζυμώσω ψωμάκι να φάνε».
Έτσι ανασκουμπώθηκε ο καημένος ο Ζυμωτός κι έφτιαξε πέντε φορές περισσότερα ψωμιά από άλλοτε. Το έμαθε ο κόσμος ότι αυτός δεν είχε κλείσει το φούρνο κι έστελναν κι αγόραζαν ψωμί κι εκείνοι που έμεναν στις πιο μακρινές γειτονιές.
Σαν έφτασε το Σάββατο, έξω από το Δημαρχείο μαζεύτηκε πάλι ο κόσμος. Όλοι κάτι είχαν να πουν. Οι εφευρέσεις έδιναν κι έπαιρναν. Η μία καλύτερη από την άλλη.
Ο δήμαρχος ενθουσιασμένος παίνεσε όλους για τις πρωτότυπες σκέψεις τους  και μπήκε στο Δημαρχείο ν’ αποφασίσει για το βραβείο. Καθώς όμως ήταν τόσο ψηλά, είδε πέρα στην άκρη της πόλης μέσα από τν τζαμαρένια πόρτα του φούρνου τον Ζυμωτό που ξεφούρνιζε τις αφράτες του φρατζόλες.
Ποιος είναι αυτός που περιφρόνησε τη διαταγή μου, κι αντί να έρθει να δει τι απόφαση θα βγάλω και ποιόν θα βραβεύσω κάθεται και δουλεύει; Ρώτησε τους συμβούλους του.
  • Ξέρετε δήμαρχε, αυτός ο καημένος ετοιμάζει ψωμί για όλη την πόλη αυτή τη βδομάδα, που οι άλλοι έκλεισαν τα μαγαζιά τους για να σκεφτούν. Έχει τόσο πολλή δουλειά που δεν σταματάει ούτε τη νύχτα.
  • Περίεργος ο δήμαρχος έστειλε κι έφεραν μπροστά του τον φτωχούλη φούρναρη.
  • Γιατί κι εσύ δεν προσπάθησες να βρεις μια χρήσιμη εφεύρεση;
  • Δήμαρχε μου, απάντησε ταπεινά ο Ζυμωτός, επειδή εγώ είμαι λιγάκι χονδροκέφαλος σκέφτηκα ότι θα ήταν καλύτερα να φτιάχνω ψωμί να έχουν να τρώνε οι εφευρέτες.
  • Ε, λοιπόν. Έκανες την πιο χρήσιμη σκέψη της εβδομάδας. Το βραβείο σου ανήκει, απάντησε ενθουσιασμένος ο δήμαρχος, και φέρνοντας το μεγάλο βραβείο το έβαλε στα χέρια του ταπεινού φούρναρη που τον κοίταζε γεμάτος έκπληξη. 

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου